Όχι προσθήκες αλλά μόνο ανακατασκευές οικοδομημάτων που να προσομοιάζουν με εκείνα που προϋπήρχαν επιτρέπονται στον κεντρικό πυρήνα του μνημειακού οικισμού της Ύδρας, αποφάνθηκε σήμερα με την 1462/2024 το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Παράλληλα, με την απόφασή του το ανώτατο δικαστήριο ακύρωσε αφενός οικοδομική άδεια και, αφετέρου, άδεια της Διεύθυνσης Εφορείας Αρχαιοτήτων, που επέτρεπαν την ανακατασκευή τμήματος ισογείου κατοικίας και προσθήκη κεραμοσκεπούς ορόφου στο νησί.
Με την 1462/2024 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επιβεβαιώθηκε η πάγια νομολογία του δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία ο χαρακτηρισμός του οικισμού της Ύδρας ως μνημειακού βάσει της 1824/1962 απόφασης του Υπουργού Προεδρίας Κυβερνήσεως (Β΄ 75), υπερισχύει έναντι των λοιπών χαρακτηρισμών του ως ιστορικού τόπου, παραδοσιακού οικισμού, τοπίου ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και τόπου χρήζοντος ειδικής κρατικής προστασίας, και τούτο διότι ο μνημειακός αυτός χαρακτήρας υπάγει τον οικισμό σε αυστηρότερο καθεστώς προστασίας. Συνεπώς, όπως κρίθηκε, για τη δόμηση στον οικισμό της Ύδρας απαιτείται η τήρηση των κανόνων που απορρέουν από το ιδιαίτερο και αυστηρότερο προστατευτικό καθεστώς των μνημειακών οικισμών, βάσει των οποίων μόνη επιτρεπτή είναι η δόμηση κτισμάτων, όπως αυτά προϋπήρχαν, αφού αυτά είναι που προσέδωσαν στον οικισμό τον μνημειακό του χαρακτήρα. Δεν αρκεί, κατά συνέπεια, η τήρηση των διατάξεων που ισχύουν εν γένει για τους παραδοσιακούς οικισμούς, εντός των οποίων επιτρέπεται η ανέγερση και νέων κτιρίων, τούτο δε παρά τα όσα αντίθετα προβλέπει σχετική εγκύκλιος του ΥΠΕΝ, η οποία παρερμηνεύει τους κανόνες που διέπουν το πολεοδομικό καθεστώς του εν λόγω οικισμού, όπως έχουν διαμορφωθεί από τη νομολογία, σε ό,τι αφορά την ανέγερση κτίσματος επί οικοπεδικής επιφάνειας που είχε δομηθεί κατά το παρελθόν.